- Ἀρεταφίλᾳ
- Ἀρεταφίλαι , Ἀρεταφίλαfem nom/voc plἈρεταφίλᾱͅ , Ἀρεταφίλαfem dat sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἀρεταφίλα — Ἀρεταφίλᾱ , Ἀρεταφίλα fem nom/voc/acc dual Ἀρεταφίλα fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρεταφίλας — Ἀρεταφίλᾱς , Ἀρεταφίλα fem acc pl Ἀρεταφίλᾱς , Ἀρεταφίλα fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἀρεταφίλαν — Ἀρεταφίλα fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)